Είχαν αναρτηθεί στο πειρατικό.
Με αφορμή άρθρο συναδέλφου λιμενικού αξιωματικού με τίτλο «γίναμε μαλλιά κουβάρια (και χωρίς λόγο τελικά)» της Τετάρτης 21-4-2010, το οποίο τουλάχιστον βασίζεται επιτέλους σε παράθεση επιχειρημάτων, σε αντίθεση με τα περισσότερα αντίστοιχα σχετικά άρθρα άλλων λιμενικών, απόμαχων στρατιωτικών και διαφόρων δικηγορίσκων, τα οποία κινούνται μεταξύ στείρου λαϊκισμού και συντεχνιακών κορωνών, καταθέτω τις κάτωθι απόψεις:
Το θέμα εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης της ελληνικής δημόσιας ναυτιλιακής διοίκησης δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σε καμία περίπτωση συντεχνιακά.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, ούτε να αρνηθεί ότι τουλάχιστον μέχρι σήμερα η πλειοψηφία των αρμοδιοτήτων της ναυτιλιακής διοίκησης στην Ελλάδα βρίσκονταν υπό καθεστώς στρατιωτικής κηδεμονίας και διαχείρισης από το Λιμενικό Σώμα.
Είναι γεγονός ότι σε ένα τέτοιο στρατιωτικά ιεραρχημένο μοντέλο διοίκησης, όπως συμβαίνει σε όλα τα αντίστοιχα, οι αποφάσεις παίρνονται με κάθετο τρόπο, ξεκινώντας από την ηγεσία (εκάστοτε αρχηγός του λιμενικού) και καταλήγοντας σε αυτή.
Και φυσικά, ενώ το μοντέλο αυτό είναι εξαιρετικά χρήσιμο για στρατιωτικές, αστυνομικές ή εν γένει επιχειρησιακές δραστηριότητες, όπου απαιτείται απόλυτη πειθαρχία και συγκεντρωτισμός των αποφάσεων, στην περίπτωση, που αυτό εφαρμόζεται σε πολιτικές, οικονομικές, παραγωγικές δραστηριότητες της ναυτιλίας, αποδεικνύεται μάλλον αναποτελεσματικό αλλά και παθογόνο.
Νομοτελειακά λοιπόν αναπτύχθηκαν ισχυρά δεσμά διαπλοκής μεταξύ υψηλόβαθμων στελεχών του λιμενικού σώματος και των εφοπλιστικών συμφερόντων της χώρας, τα οποία συντηρήθηκαν και ενδυναμώθηκαν από απόστρατους λιμενικούς, οι οποίοι αφού συνταξιοδοτήθηκαν, με παχυλές συντάξεις και εφάπαξ μετά το πέρας 25ετούς «σκληρής και μάχιμης» υπηρεσίας μέσα σε κλειστά γραφεία, ενσωματώθηκαν στα επιτελεία των φορέων των εν λόγω συμφερόντων.
Είναι η ίδια η δομή του συστήματος, που έχει ευνουχίσει κάθε προσπάθεια άρθρωσης διαφορετικών απόψεων ή αντιθέσεων των στελεχών του ή ανάληψης πρωτοβουλιών και ανάδειξης καινοτομιών στη ναυτιλιακή διοίκηση.
Το σύστημα άλλωστε προαγωγής τους στις βαθμίδες διοίκησης, ακόμα και όταν λειτουργεί αξιοκρατικά, βασίζεται στην αναχρονιστική στείρα αξιολόγηση της αρχαιότητας (σύμφωνα με το βαθμό), ανεξάρτητα από τις πραγματικές ικανότητες, τυπικά προσόντα, γνώσεις και εξειδίκευση που απαιτούνται για τη θέση που καταλαμβάνεται.
Ας αναρωτηθεί κανείς, ποια είναι μέχρι σήμερα τα επιτεύγματα, η ανάπτυξη και οι προοπτική τομέων όπως η ναυτιλιακή, λιμενική και οικονομική πολιτική, η ναυτική εκπαίδευση και εργασία, η διεθνής συμμετοχή σε οργανισμούς, η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και η προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος, οι νέες τεχνολογίες κλπ. υπό τη διαχείριση και ευθύνη του λιμενικού σώματος για ολόκληρες δεκαετίες.
Σε ποιους άλλους τομείς της ελληνικής δημόσιας διοίκησης υπάρχει στρατιωτική λειτουργική δομή σε παρόμοιους αναπτυξιακούς παραγωγικούς οικονομικούς τομείς όπως αυτός της ναυτιλίας;
Μήπως υπάρχει η ανάγκη αναθεώρησης της δημόσιας διοίκησης ώστε να επανασυσταθεί η ΜΟΜΑ του ελληνικού στρατού για τα δημόσια έργα ή ακόμη και το τηλεοπτικό κανάλι της ΥΕΝΕΔ; Πόσα και ποια ευρωπαϊκά κράτη ασκούν ναυτιλιακή πολιτική και διοίκηση μέσω ένστολων σωμάτων;
Διευκρινίζεται, πως κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί, ότι δεν υπάρχουν ικανά, έμπειρα και με υψηλή τεχνογνωσία στελέχη του λιμενικού σώματος με αξιόλογα τυπικά προσόντα, χωρίς βέβαια να έχει ιδιαίτερη σημασία ότι προσλήφθηκαν με αδιαφανείς διαδικασίες και πολλοί εξ’ αυτών σπούδασαν και μετεκπαιδεύτηκαν κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους, με μέριμνα του λιμενικού σώματος και χρήματα του ελληνικού λαού, τη στιγμή, που όλοι οι υπόλοιποι δημόσιοι υπάλληλοι προσλαμβάνονται υπό συνθήκες υψηλού ανταγωνισμού μέσω ΑΣΕΠ, όπου τα πτυχία και τα μεταπτυχιακά διπλώματα αποτελούν ήδη προαπαιτούμενα ελάχιστα κριτήρια.
Μιλώντας άλλωστε, με αριθμούς, στη Γενική Γραμματεία Ναυτιλιακής Πολιτικής (ΓΓΝΠ) του ΥΠΟΙΑΝ στην οποία υπάγεται, τουλάχιστον μέχρι σήμερα το σύνολο των αρμοδιοτήτων ναυτιλιακής πολιτικής, υπηρετεί πολιτικό προσωπικό της τάξης των 300 υπαλλήλων και ένστολο προσωπικό της τάξης των 350 αξιωματικών, υπαξιωματικών και λιμενοφυλάκων.
Από το παραπάνω ένστολο προσωπικό, ο αριθμός αξιωματικών, που απασχολούνται σε θέσεις όπου απαιτούνται ειδικά προσόντα και τεχνογνωσία δεν ξεπερνούν τους 100.
Με απλά μαθηματικά, στο σύνολο των περίπου 7000 στελεχών του λιμενικού, δεν ξεπερνούν το 1,5 %!!!
Δεν είναι άλλωστε πολλές οι περιπτώσεις, όπου τα τυπικά προσόντα των στελεχών αυτών,
δεν συνάδουν προς τις ειδικές ανάγκες κάποιων θέσεων.
Η τεχνογνωσία δε, που αποκτάται κατά την ολιγοετή κατά κανόνα υπηρεσία τους σε μία θέση ευθύνης, πολλές φορές κατασπαταλάται με τη μη ορθολογική και ρουσφετολογική διαχείρισή τους κατά τις μεταθέσεις τους, ανά την Ελλάδα σε ετερόκλητες υπηρεσίες, καθώς και κατά τη διεκπεραίωση δευτερευόντων καθηκόντων μέτρων τάξης και συμμετοχής σε παρελάσεις. Αντίστοιχα, οι μισοί τουλάχιστον από τους πολιτικούς υπαλλήλους, που υπηρετούν στο σύνολό τους, στη ΓΓΝΠ, είναι ανώτατης εκπαίδευσης και υπηρετούν, κατά κανόνα αρκετό χρονικό διάστημα στην ίδια Υπηρεσία, αποκτώντας έτσι πολύτιμη ανταποδοτική εμπειρία.
Απαντώντας άλλωστε στο γνωστό επιχείρημα περί 24ωρης ανταπόκρισης του λιμενικού σώματος, δεν έχω παρά να συμφωνήσω ότι αυτό αποτελεί προϋπόθεση λειτουργίας των ένστολων σωμάτων, παρά το γεγονός ότι αυτό αμείβεται ανταποδοτικά, όχι βέβαια στο βαθμό, που θα έπρεπε, με κάποια ρεπό και μικρά επιδόματα.
Η ουσία όμως είναι ότι μολονότι είναι αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα κατά την επιχειρησιακή δράση (αστυνόμευση, φύλαξη ακτών και λιμένων κλπ.) έχει αμφίβολη ουσιαστική αξία αναφορικά με τις παραγωγικές οικονομικές δραστηριότητες της ναυτιλιακής πολιτικής.
Μήπως θεωρούμε ότι η ναυτιλιακή πολιτική χαράσσεται τις μεταμεσονύκτιες ώρες, ή η εκπαίδευση παρέχεται σε νυχτερινά «κρυφά σχολειά»;
Αναφέροντας τα παραπάνω, δεν επιχειρείται να αποδειχθεί ποιος είναι καλύτερος ούτε να αντιμετωπιστεί το θέμα συντεχνιακά.
Υπάρχει μεγάλη εκτίμηση έναντι των ένστολων σωμάτων της χώρας και του έργου, που επιτελούν και ιδιαίτερος σεβασμός για τους ήρωες, που έχουν θυσιαστεί κατά την εκτέλεση του καθήκοντος.
Αποτελεί όμως και υποχρέωση απέναντι σε όλους αυτούς, που τίμησαν και τιμούν τη στολή τους, προσφέροντας καθημερινά στα πεδία επιχειρησιακής δράσης, να επισημανθεί ότι όταν η ίδια στολή χρησιμοποιείται για άσκηση έργου, στο οποίο δεν προσδίδει κάποια πρόσθετη αξία, όπως οι υπηρεσίες της ναυτιλιακής διοίκησης και πολιτικής ή ακόμη και όταν χρησιμοποιείται για δόλιους σκοπούς, τότε απαξιώνεται, με τρόπο προσβλητικό για τους «πραγματικούς» αξιωματικούς και την ιστορία του λιμενικού σώματος.
Το ζητούμενο σήμερα είναι ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας ναυτιλιακής διοίκησης προς όφελος της ελληνικής οικονομίας και ανάπτυξης, της κοινωνίας και της χώρας.
Σε αυτή την προσπάθεια αποτελεί μονόδρομο η υπαγωγή όλων των αρμοδιοτήτων της ναυτιλιακής διοίκησης και πολιτικής υπό ενιαίο φορέα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, με προϋπόθεση τη σύγχρονη, μινιμαλιστική, ορθολογική και ευέλικτη οργάνωσή του, με ταυτόχρονη μείωση των λειτουργικών και οργανωτικών δαπανών προηγούμενων αναχρονιστικών δομών και κυρίως με τη συμμετοχή όλων των στελεχών, που μπορούν να προσφέρουν, λειτουργώντας ως δημοκρατικός θεσμός στο πλαίσιο διαρκούς διαβούλευσης με τους κοινωνικούς, οικονομικούς και ακαδημαϊκούς εταίρους της χώρας.
Κάθε άλλη επιλογή προς διατήρηση αναχρονιστικών δομών ή ακόμη η περαιτέρω ολίσθησή τους, όπως λόγου χάριν η κυοφορούμενη υπαγωγή των σημαντικότερων αρμοδιοτήτων της ναυτιλίας σε Υπουργείο που επιβάλει τη δημόσια τάξη (διεθνής πρωτοτυπία), στο πλαίσιο υποταγής σε συντεταγμένα και κατεστημένα μεμονωμένα οικονομικά και συντεχνιακά συμφέροντα, υπονομεύει κάθε προοπτική ανάπτυξης της ελληνικής ναυτιλίας, με ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία, την κοινωνία και τα εθνικά συμφέροντα.
Ένας δημόσιος υπάλληλος
Με αφορμή άρθρο συναδέλφου λιμενικού αξιωματικού με τίτλο «γίναμε μαλλιά κουβάρια (και χωρίς λόγο τελικά)» της Τετάρτης 21-4-2010, το οποίο τουλάχιστον βασίζεται επιτέλους σε παράθεση επιχειρημάτων, σε αντίθεση με τα περισσότερα αντίστοιχα σχετικά άρθρα άλλων λιμενικών, απόμαχων στρατιωτικών και διαφόρων δικηγορίσκων, τα οποία κινούνται μεταξύ στείρου λαϊκισμού και συντεχνιακών κορωνών, καταθέτω τις κάτωθι απόψεις:
Το θέμα εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης της ελληνικής δημόσιας ναυτιλιακής διοίκησης δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σε καμία περίπτωση συντεχνιακά.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, ούτε να αρνηθεί ότι τουλάχιστον μέχρι σήμερα η πλειοψηφία των αρμοδιοτήτων της ναυτιλιακής διοίκησης στην Ελλάδα βρίσκονταν υπό καθεστώς στρατιωτικής κηδεμονίας και διαχείρισης από το Λιμενικό Σώμα.
Είναι γεγονός ότι σε ένα τέτοιο στρατιωτικά ιεραρχημένο μοντέλο διοίκησης, όπως συμβαίνει σε όλα τα αντίστοιχα, οι αποφάσεις παίρνονται με κάθετο τρόπο, ξεκινώντας από την ηγεσία (εκάστοτε αρχηγός του λιμενικού) και καταλήγοντας σε αυτή.
Και φυσικά, ενώ το μοντέλο αυτό είναι εξαιρετικά χρήσιμο για στρατιωτικές, αστυνομικές ή εν γένει επιχειρησιακές δραστηριότητες, όπου απαιτείται απόλυτη πειθαρχία και συγκεντρωτισμός των αποφάσεων, στην περίπτωση, που αυτό εφαρμόζεται σε πολιτικές, οικονομικές, παραγωγικές δραστηριότητες της ναυτιλίας, αποδεικνύεται μάλλον αναποτελεσματικό αλλά και παθογόνο.
Νομοτελειακά λοιπόν αναπτύχθηκαν ισχυρά δεσμά διαπλοκής μεταξύ υψηλόβαθμων στελεχών του λιμενικού σώματος και των εφοπλιστικών συμφερόντων της χώρας, τα οποία συντηρήθηκαν και ενδυναμώθηκαν από απόστρατους λιμενικούς, οι οποίοι αφού συνταξιοδοτήθηκαν, με παχυλές συντάξεις και εφάπαξ μετά το πέρας 25ετούς «σκληρής και μάχιμης» υπηρεσίας μέσα σε κλειστά γραφεία, ενσωματώθηκαν στα επιτελεία των φορέων των εν λόγω συμφερόντων.
Είναι η ίδια η δομή του συστήματος, που έχει ευνουχίσει κάθε προσπάθεια άρθρωσης διαφορετικών απόψεων ή αντιθέσεων των στελεχών του ή ανάληψης πρωτοβουλιών και ανάδειξης καινοτομιών στη ναυτιλιακή διοίκηση.
Το σύστημα άλλωστε προαγωγής τους στις βαθμίδες διοίκησης, ακόμα και όταν λειτουργεί αξιοκρατικά, βασίζεται στην αναχρονιστική στείρα αξιολόγηση της αρχαιότητας (σύμφωνα με το βαθμό), ανεξάρτητα από τις πραγματικές ικανότητες, τυπικά προσόντα, γνώσεις και εξειδίκευση που απαιτούνται για τη θέση που καταλαμβάνεται.
Ας αναρωτηθεί κανείς, ποια είναι μέχρι σήμερα τα επιτεύγματα, η ανάπτυξη και οι προοπτική τομέων όπως η ναυτιλιακή, λιμενική και οικονομική πολιτική, η ναυτική εκπαίδευση και εργασία, η διεθνής συμμετοχή σε οργανισμούς, η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και η προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος, οι νέες τεχνολογίες κλπ. υπό τη διαχείριση και ευθύνη του λιμενικού σώματος για ολόκληρες δεκαετίες.
Σε ποιους άλλους τομείς της ελληνικής δημόσιας διοίκησης υπάρχει στρατιωτική λειτουργική δομή σε παρόμοιους αναπτυξιακούς παραγωγικούς οικονομικούς τομείς όπως αυτός της ναυτιλίας;
Μήπως υπάρχει η ανάγκη αναθεώρησης της δημόσιας διοίκησης ώστε να επανασυσταθεί η ΜΟΜΑ του ελληνικού στρατού για τα δημόσια έργα ή ακόμη και το τηλεοπτικό κανάλι της ΥΕΝΕΔ; Πόσα και ποια ευρωπαϊκά κράτη ασκούν ναυτιλιακή πολιτική και διοίκηση μέσω ένστολων σωμάτων;
Διευκρινίζεται, πως κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί, ότι δεν υπάρχουν ικανά, έμπειρα και με υψηλή τεχνογνωσία στελέχη του λιμενικού σώματος με αξιόλογα τυπικά προσόντα, χωρίς βέβαια να έχει ιδιαίτερη σημασία ότι προσλήφθηκαν με αδιαφανείς διαδικασίες και πολλοί εξ’ αυτών σπούδασαν και μετεκπαιδεύτηκαν κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους, με μέριμνα του λιμενικού σώματος και χρήματα του ελληνικού λαού, τη στιγμή, που όλοι οι υπόλοιποι δημόσιοι υπάλληλοι προσλαμβάνονται υπό συνθήκες υψηλού ανταγωνισμού μέσω ΑΣΕΠ, όπου τα πτυχία και τα μεταπτυχιακά διπλώματα αποτελούν ήδη προαπαιτούμενα ελάχιστα κριτήρια.
Μιλώντας άλλωστε, με αριθμούς, στη Γενική Γραμματεία Ναυτιλιακής Πολιτικής (ΓΓΝΠ) του ΥΠΟΙΑΝ στην οποία υπάγεται, τουλάχιστον μέχρι σήμερα το σύνολο των αρμοδιοτήτων ναυτιλιακής πολιτικής, υπηρετεί πολιτικό προσωπικό της τάξης των 300 υπαλλήλων και ένστολο προσωπικό της τάξης των 350 αξιωματικών, υπαξιωματικών και λιμενοφυλάκων.
Από το παραπάνω ένστολο προσωπικό, ο αριθμός αξιωματικών, που απασχολούνται σε θέσεις όπου απαιτούνται ειδικά προσόντα και τεχνογνωσία δεν ξεπερνούν τους 100.
Με απλά μαθηματικά, στο σύνολο των περίπου 7000 στελεχών του λιμενικού, δεν ξεπερνούν το 1,5 %!!!
Δεν είναι άλλωστε πολλές οι περιπτώσεις, όπου τα τυπικά προσόντα των στελεχών αυτών,
δεν συνάδουν προς τις ειδικές ανάγκες κάποιων θέσεων.
Η τεχνογνωσία δε, που αποκτάται κατά την ολιγοετή κατά κανόνα υπηρεσία τους σε μία θέση ευθύνης, πολλές φορές κατασπαταλάται με τη μη ορθολογική και ρουσφετολογική διαχείρισή τους κατά τις μεταθέσεις τους, ανά την Ελλάδα σε ετερόκλητες υπηρεσίες, καθώς και κατά τη διεκπεραίωση δευτερευόντων καθηκόντων μέτρων τάξης και συμμετοχής σε παρελάσεις. Αντίστοιχα, οι μισοί τουλάχιστον από τους πολιτικούς υπαλλήλους, που υπηρετούν στο σύνολό τους, στη ΓΓΝΠ, είναι ανώτατης εκπαίδευσης και υπηρετούν, κατά κανόνα αρκετό χρονικό διάστημα στην ίδια Υπηρεσία, αποκτώντας έτσι πολύτιμη ανταποδοτική εμπειρία.
Απαντώντας άλλωστε στο γνωστό επιχείρημα περί 24ωρης ανταπόκρισης του λιμενικού σώματος, δεν έχω παρά να συμφωνήσω ότι αυτό αποτελεί προϋπόθεση λειτουργίας των ένστολων σωμάτων, παρά το γεγονός ότι αυτό αμείβεται ανταποδοτικά, όχι βέβαια στο βαθμό, που θα έπρεπε, με κάποια ρεπό και μικρά επιδόματα.
Η ουσία όμως είναι ότι μολονότι είναι αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα κατά την επιχειρησιακή δράση (αστυνόμευση, φύλαξη ακτών και λιμένων κλπ.) έχει αμφίβολη ουσιαστική αξία αναφορικά με τις παραγωγικές οικονομικές δραστηριότητες της ναυτιλιακής πολιτικής.
Μήπως θεωρούμε ότι η ναυτιλιακή πολιτική χαράσσεται τις μεταμεσονύκτιες ώρες, ή η εκπαίδευση παρέχεται σε νυχτερινά «κρυφά σχολειά»;
Αναφέροντας τα παραπάνω, δεν επιχειρείται να αποδειχθεί ποιος είναι καλύτερος ούτε να αντιμετωπιστεί το θέμα συντεχνιακά.
Υπάρχει μεγάλη εκτίμηση έναντι των ένστολων σωμάτων της χώρας και του έργου, που επιτελούν και ιδιαίτερος σεβασμός για τους ήρωες, που έχουν θυσιαστεί κατά την εκτέλεση του καθήκοντος.
Αποτελεί όμως και υποχρέωση απέναντι σε όλους αυτούς, που τίμησαν και τιμούν τη στολή τους, προσφέροντας καθημερινά στα πεδία επιχειρησιακής δράσης, να επισημανθεί ότι όταν η ίδια στολή χρησιμοποιείται για άσκηση έργου, στο οποίο δεν προσδίδει κάποια πρόσθετη αξία, όπως οι υπηρεσίες της ναυτιλιακής διοίκησης και πολιτικής ή ακόμη και όταν χρησιμοποιείται για δόλιους σκοπούς, τότε απαξιώνεται, με τρόπο προσβλητικό για τους «πραγματικούς» αξιωματικούς και την ιστορία του λιμενικού σώματος.
Το ζητούμενο σήμερα είναι ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας ναυτιλιακής διοίκησης προς όφελος της ελληνικής οικονομίας και ανάπτυξης, της κοινωνίας και της χώρας.
Σε αυτή την προσπάθεια αποτελεί μονόδρομο η υπαγωγή όλων των αρμοδιοτήτων της ναυτιλιακής διοίκησης και πολιτικής υπό ενιαίο φορέα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, με προϋπόθεση τη σύγχρονη, μινιμαλιστική, ορθολογική και ευέλικτη οργάνωσή του, με ταυτόχρονη μείωση των λειτουργικών και οργανωτικών δαπανών προηγούμενων αναχρονιστικών δομών και κυρίως με τη συμμετοχή όλων των στελεχών, που μπορούν να προσφέρουν, λειτουργώντας ως δημοκρατικός θεσμός στο πλαίσιο διαρκούς διαβούλευσης με τους κοινωνικούς, οικονομικούς και ακαδημαϊκούς εταίρους της χώρας.
Κάθε άλλη επιλογή προς διατήρηση αναχρονιστικών δομών ή ακόμη η περαιτέρω ολίσθησή τους, όπως λόγου χάριν η κυοφορούμενη υπαγωγή των σημαντικότερων αρμοδιοτήτων της ναυτιλίας σε Υπουργείο που επιβάλει τη δημόσια τάξη (διεθνής πρωτοτυπία), στο πλαίσιο υποταγής σε συντεταγμένα και κατεστημένα μεμονωμένα οικονομικά και συντεχνιακά συμφέροντα, υπονομεύει κάθε προοπτική ανάπτυξης της ελληνικής ναυτιλίας, με ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία, την κοινωνία και τα εθνικά συμφέροντα.
Ένας δημόσιος υπάλληλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου